3/6/12

De rouille et d'os (Jacques Audiard, 2012)

Θα ξαναπιάσω το νήμα κάπου εκεί που το είχε αφήσει ο συνάδελφος, για χάρη μιας ακόμα γαλλικής ταινίας, που άλλωστε αναφέρεται και αυτή στο θέμα της αναπηρίας, από τη δραματική σκοπιά αυτή τη φορά. Και αν ο τίτλος μιλάει για Σκουριά και Κόκκαλα, εμένα πιο πολύ θα μου ταίριαζε στο περιεχόμενο της ταινίας ο Πάγος και το Γυαλί, με όλα τα συμβολικά τους παράγωγα.

Να εξηγηθώ, ξεκινώντας από τα βασικά: πρόκειται για έναν παρακμιακό μποξέρ-παλαιστή-πορτιέρη-σεκιουριτά (τον εκλπηκτικό Matthias Schoenaerts που γνωρίσαμε ήδη από το Bullhead - να θυμηθώ κάποια στιγμή να σας μιλήσω και γι' αυτό, αξίζει) που γνωρίζει μια εκπαιδεύτρια φαλαινών, η οποία παθαίνει ένα τρομακτικό ατύχημα και μένει ανάπηρη. Όσο και αν το θέμα της αναπηρίας με τρόμαζε πριν δω την ταινία, ο Audiard καταφέρνει να το προσεγγίσει με έναν αρκετά ευαίσθητο τρόπο, εστιάζοντας το βάρος σε κάποιες σκηνές (πχ. τη στιγμή που η Marion Cotillard ξυπνάει στο κρεβάτι του πόνου) ενώ προσδίδει ελαφρότητα σε κάποιες άλλες (στο περπάτημα του Ρόμποκοπ, στις ερωτικές σκηνές). Η σχέση τους χτίζεται και διαμορφώνεται γύρω από τους περιορισμούς και την ψυχρότητα που ο καθένας έχει επιβάλει (την επιγραμματική επικοινωνία μέσω sms, την έλλειψη τρυφερότητας), σαν να τους χωρίζει πάντα ένα γυαλί, σαν να μην έχει σπάσει ποτέ ο πάγος, όχι μόνο μεταξύ τους, αλλά και με τους υπόλοιπους ανθρώπους (βλ. την επιφυλακτική και απόμακρη συνάντηση του ήρωα με την αδερφή του). Αυτό το γυαλί άλλοτε είναι μεταφορικό και άλλοτε γίνεται κυριολεκτικό, είτε είναι το τζάμι του αυτοκινήτου απ' όπου εκείνη τον παρακολουθεί να παλεύει, είτε το πλεξιγκλάς του δελφινάριου απ' όπου ξαναβρίσκει την επικοινωνία με τις φάλαινες.
Θα πρέπει να περιμένουμε το τέλος της ταινίας για να σπάσει ο πάγος, να ραγίσει το γυαλί και να μπει από τη χαραμάδα το συναίσθημα, να γίνει επιτέλους η σχέση ανθρώπινη και να γίνουν και οι δύο ξανά άνθρωποι. Αν εξαιρέσουμε το κοινωνικό κομμάτι της αφήγησης, που αποτελεί μάλλον αφορμή και δεν αλλάζει τίποτα στην κυρίως ιστορία (η διατάραξη της σχέσης του ήρωα με την αδερφή του και οι λόγοι που οδηγούν σε αυτήν), δεν θα συμφωνήσω με τις κριτικές που δέχτηκε γενικά η ταινία στη Γαλλία. Κατηγορήθηκε για την ψυχρότητά της, ενώ στην ουσία αυτό προσπαθούσε να πετύχει ως αντιστάθμισμα στο μελόδραμα. Ίσως έτσι για κάποιους να μετέτρεψε το γυαλί σε γυάλα ή σε δοκιμαστικό σωλήνα όπου ο Audiard ετοίμασε το τελευταίο του πείραμα, έχοντας τους δύο ταλαντούχους ηθοποιούς ως το τέλειο μείγμα. Αυτό βέβαια που έχω ως μόνη κριτική, είναι αυτή η βίαιη καθοδήγηση και χειραγώγηση του θεατή προς την καταστροφή και την τραγωδία, που έχω άλλωστε να προσάψω και στο Bullhead (αλλά είπαμε αυτά θα τα πούμε μια επόμενη φορά). 
M.M.

11/3/12

Άθικτοι (Intouchables - 2011, E. Toledano - O. Nacache)





Για τους Άθικτους ήθελα να γράψω εδώ και καιρό, όταν πρωτοείδα την τανία, ωστόσο ένα σχόλιο που άκουσα ήταν αρκετό για να με αποτρέψει: ‘πρόκειται για το Amelie της χρονιάς’, παρατήρησαν διάφοροι, κριτικοί και μή, σε μια ψιλοαναμενόμενη και εύκολη σύγκριση, η οποία δεν φαίνεται ωστόσο να κολακεύει καμία από τις δυο ταινίες.

Η ταινία των Εric Toledano και Olivier Nacache αποτέλεσε την μεγάλη επιτυχία και έκπληξη της χρονιάς στη Γαλλία, με εξαιρετική πορεία στα εισιτήρια και γενικά διθυραμβικές κριτικές – με λαμπερή εξαίρεση το ‘απαραίτητο’ θάψιμο των Cahiers du cinéma, κριτική η οποία στα μάτια μου τουλάχιστον ‘ανέβασε’ περισσότερο την ταινία...

Feel-good ταινία, που αργά ή γρήγορα (μάλλον το δεύτερο, καθώς ήδη φιγουράρει στη θέση 231 των περιβόητων καλύτερων του IMDB) θα αποκτήσει και κάποια αμερικάνικο remake, το Intouchables προσπαθεί να ‘συμφιλιώσει’ τα πολύπαθα banlieues και τα  ‘γκέτο των λευκών’ του Παρισιού, ισορροπώντας ανάμεσα στην κωμωδία και το δράμα, πατώντας στην επίφαση μιας ‘αληθινής ιστορίας’…

Κάποια κλισέ, μια ουτοπικά αισιόδοξη πλοκή και οι απαραίτητες εναλλαγές κωμικού-τραγικού, σε μια ταινία που προσπαθεί να θίξει τις ταξικές διαφομενων ﷽﷽﷽﷽ καλακτηραι η απααρές των δυο ηρώων, οι οποίες χαρακτηρίζουν άλλωστε και τη σύγχρονη γαλλική κοινωνία, καταλήγοντας ωστόσο σε μια γλυκανάλατη και εύκολη, για κάποιους, λύση.

Ξεπερνώντας όμως αυτά τα προφανή ‘μειονεκτήματά’ του, τα οποία υπερτόνισαν κάποιες κριτικές, ανάμεσά τους και αυτή των Cahiers, το Intouchables παραμένει μια απολαυστική κωμωδία, ίσως από τις καλύτερες που μας έχει δώσει ο γαλλικός κινηματογράφος τα τελευταία χρόνια. Τόσο το δίδυμο των δημιουργών (σκηνοθεσία και σενάριο των Toledano-Nacache), όσο αυτό των πρωταγωνιστών είναι εξαιρετικό, ενώ ο Οmar Sy δίκαια κέρδισε το βραβείο César (πρώτος μαύρος που βραβεύεται από την Γαλλική Ακαδημία, 72 χρόνια μετά το πρώτο αφροαμερικάνικο Oscar). Άλλωστε το να βγάζει έτσι αβίαστα γέλιο μια ταινία με θέμα τη φιλία ενός παραπληγικού, bourgeois εκατομμυριούχου, με έναν πρόσφατα αποφυλακισμένο  ‘αλήτη’ (‘racaille’ κατά τον Σαρκοζί), των banlieues, κρατώντας επιδέξια τις όποιες ισορροπίες, δεν είναι και ό,τι το πιο εύκολο – μου έφερε μάλιστα στο νου το πρόσφατο αμερικάνικο buddy-film 50/50 (του Jonathan Levine, 2011), με πρωταγωνιστή έναν νεαρό καρκινοπαθή.

, ﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽ζεατώντας τις ισορροπίθεον οποαγέλιο
Η ταινία προβάλλεται στη Γαλλία από το Νοέμβριο, θα φιλοξενηθεί σε μερικές μέρες στο Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, ενώ θα βγει στις ελληνικές αίθουσες στις 29 Μαρτίου… Και είναι ήδη στις αγαπημένες μου για τη φετινή κινηματογραφική σεζόν.
                                          
                                                                                                                            
                                                                                                                            A.T.                                        



29/2/12

Οι αξιοζήλευτες επιδόσεις της γαλλικής κινηματογραφικής βιομηχανίας το 2011


Ο συνήθης ύποπτος, ο τρίτος ''inthesoup'' πλέον Αντώνης Βλάσσης, μας στέλνει από το Montréal μια πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη  - την οποία δημοσιεύουμε εδώ μεταφρασμένη από τα γαλλικά - για την γαλλική κινηματογραφική βιομηχανία μέσα στο 2011, χρονιά με ρεκόρ τόσο για την παραγωγή ταινιών όσο και για τα εισιτήρια...






Οι αξιοζήλευτες επιδόσεις της γαλλικής κινηματογραφικής βιομηχανίας το 2011



Το 2011 ήταν η χρονιά των ρεκόρ για το γαλλικό σινεμά, πρώτο στην Ευρώπη τόσο σε παραγωγές όσο και σε αριθμό θεατών, με 215,6 εκατομμύρια εισιτήρια, 4,2% περισσότερα από το 2010. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Γαλλικού Κέντρου Κινηματογράφου, η προσέλευση στις αίθουσες αυξήθηκε σημαντικά σε σχέση με το μέσο όρο της τελευταίας δεκαετίας (191,03 εκατομμύρια) και αποτελεί ένα ρεκόρ που δεν είχε απειληθεί εδώ και 45 χρόνια (234,17 εκατομμύρια το 1966). 

Εξάλλου, με 272 εγκεκριμένες ταινίες, η γαλλική κινηματογραφική παραγωγή βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο που έχει φτάσει ποτέ, με μια αύξηση 10 ταινιών σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Η αύξηση αφορά κυρίως δύο κατηγορίες ταινιών, τις διεθνείς συμπαραγωγές που βασίζονται κυρίως σε ξένα κεφάλαια και τις ταινίες που στηρίχτηκαν στη γαλλική πρωτοβουλία και επωφελήθηκαν από την άμεση έγκριση της παραγωγής, δηλαδή την έγκριση που επιτρέπει στις ταινίες χωρίς την προβλεπόμενη ή τη δημόσια χρηματοδότηση να χρηματοδοτηθούν μετά την ολοκλήρωσή τους, έτσι ώστε το σύστημα να ενεργοποιηθεί αυτόματα τη στιγμή της εμπορικής τους εκμετάλλευσης. 

Με λίγα λόγια, το ρεκόρ της παραγωγής ταινιών οφείλεται αφενός στην αύξηση των συμπαραγωγών, με 120 ταινίες από τις 118 το 2010. Οι ταινίες που στηρίχτηκαν κυρίως σε ξένα κεφάλαια φτάνουν σε ιστορικό επίπεδο: με 65 ταινίες από τις 58 το 2010, αναδεικνύουν την ικανότητα του γαλλικού σινεμά να προσελκύει ξένους επενδυτές. 


Άλλωστε, αυξήθηκαν και οι αμιγώς γαλλικές παραγωγές, περνώντας από τις 143 ταινίες το 2010 στις 152 το 2011. Να προσθέσουμε σε αυτό το σημείο ότι οι επενδύσεις που έγιναν σε εγκεκριμένες ταινίες το 2011 υπέστησαν μια μικρή μείωση της τάξεως του 3,5%, στα 1,389 δισεκατομμύρια ευρώ. Επίσης, το 2011, η προσέλευση στις αίθουσες στη Γαλλία αυξήθηκε κατά 21,4% για να φτάσει κοντά στα 90 εκατομμύρια εισιτήρια, δηλαδή το υψηλότερο επίπεδο από το 1984 (94,12 εκατομμύρια). Το μερίδιο των γαλλικών ταινιών στην αγορά είναι επίσης αυξημένο, από 35,7% το 2010 σε 41,6%. Οι αμερικανικές ταινίες με τη σειρά τους, έφτασαν τα 100 εκατομμύρια εισιτήρια το 2011, με 46% ως μερίδιο της αγοράς έναντι 47,6% το 2010. Πέρα από τις γαλλικές και τις αμερικανικές ταινίες, οι υπόλοιπες απέσπασαν το 12,4% των συνολικών εισιτηρίων του 2011 έναντι 16,7% το 2010, ενώ η προσέλευση σε αυτές σημείωσε μείωση της τάξεως του 22,6%, με 26,81 εκατομμύρια εισιτήρια. 

Εξάλλου, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις της Unifrance, οργανισμού για την προώθηση του γαλλικού σινεμά στο εξωτερικό, τα συνολικά εισιτήρια που έκοψαν οι γαλλικές ταινίες στο εξωτερικό (66 εκατομμύρια), όπως και τα έσοδά τους στο box-office (405 εκατομμύρια ευρώ), αυξήθηκαν σημαντικά σε σχέση με το 2010, από 10% σε 19%. Αυτή η ανοδική πορεία αποσιωπά τα απογοητευτικά αποτελέσματα των ταινιών που γυρίστηκαν στα γαλλικά ή με γαλλική κυρίως χρηματοδότηση. Έτσι, οι γαλλόφωνες ταινίες βρίσκονται σε πτωτική πορεία, έχοντας μόνο το 37% των εισιτηρίων, ενώ οι πέντε πιο πετυχημένες γαλλικές ταινίες του 2011 ήταν αγγλόφωνες: Sans identité (Ο Άγνωστος), Les Trois Mousquetaires (Οι Τρεις Σωματοφύλακες), Colombiana et Carnage (Ο Θεός της Σφαγής). Ανάμεσα στις περιοχές όπου σημειώθηκε αύξηση το 2011, παρατηρήθηκαν καλές επιδόσεις του γαλλικού σινεμά στις αγγλόφωνες χώρες (Ηνωμένες Πολιτείες, Μεγάλη Βρετανία, Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία, στις γαλλόφωνες περιοχές (Βέλγιο, Ελβετία, Καναδάς) και στη Γερμανία. 


Πηγές
« 66M d’entrées pour le cinéma français : un bon résultat à relativiser », Unifrance, 12 janvier 2012; « Fréquentation des salles de cinéma estimations de l’année 2011 », CNC, 3 janvier 2012; « Les premiers chiffres clés de la production cinématographique 2011 », CNC, 18 janvier 2012.


Α.Β.

27/2/12

12 απορίες για τα Όσκαρ (επειδή με πήρε ο ύπνος)

1. Γιατί τα γαλλικά Cesar βράβευσαν την πρωταγωνίστρια του The Artist ενώ τα Oscar τον πρωταγωνιστή; Ήταν μια δίκαιη μοιρασιά ή έχει να κάνει με το γεγονός ότι το αντρικό Cesar ήταν καπαρωμένο από τον Omar Sy, τον πρώτο μαύρο που βραβεύεται στη Γαλλία, 72 ολόκληρα χρόνια μετά το πρώτο αφροαμερικανικό Oscar;
2. Δεν θα πρέπει να αρχίσει να δίνεται και Oscar πρώτου ζωικού ρόλου για να μπορεί να βραβευτεί και αυτό το έρμο το σκυλάκι του TheArtist; Εδώ σε ολόκληρη Γαλλία γίνονται καλλιστεία αγελάδας.
3. Γιατί δεν λογοκρίθηκε το "Putain, génial, merci!" του Jean Dujardin όπως συνηθίζεται με τις αγγλικές βρισιές;
4. Αληθεύει ότι το budget του Artist ήταν 15 φορές μικρότερο από του Hugo;
5. Τι τους έπιασε ξαφνικά με το βωβό κινηματογράφο; Τόσο καιρό δεν γίνονταν βωβές ταινίες;
6. Πού αλήθεια χάθηκε το Drive; Δηλαδή η ερμηνεία του George Clooney ήταν καλύτερη από του Ryan Gosling; Άσε που οριακά θα μπορούσε να περάσει και για βωβή ταινία...
7. Απ'όλους τους ρόλους που έχει παίξει ο Gary Oldman, αυτός;;;
8. Καταλάβατε ποιος ο λόγος ύπαρξης της ταινίας The Iron Lady εκτός από το να πάρει το 3ο όσκαρ της η Meryl Streep;
9. Η επιλογή μιας ιρανικής ταινίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ ήταν πολιτική επιλογή ή πραγματικά εκτιμήθηκε αυτή η καταπληκτική αντι-οσκαρική ταινία; Μίλησε καθόλου ο Ασγκάρ Φαραντί για τον φυλακισμένο συμπατριώτη του σκηνοθέτη;
10. Άραγε οι υπόλοιπες υποψήφιες για το ξενόγλωσσο Όσκαρ ήταν καλύτερες από τις ταινίες των Kaurismaki, Ceylan, Almodovar; Αν ναι, ανυπομονώ να τις δω.
11. Ο Kim Jong Il ήταν πραγματικά παρών στην τελετή;
12. Christopher Plummer;;; (τα ειλικρινή μου συγχαρητήρια σε όποιον θυμήθηκε αυτήν την ταινία και αυτόν το ρόλο για τις υποψηφιότητες)
Μ.Μ.


18/2/12

Περί κινηματογραφικών ειδών και της απουσίας τους στον Ελληνικό Κινηματογράφο




Όταν πριν από κάποιο διάστημα ανέλαβα να επιμεληθώ μια σειρά κειμένων  γύρω από τον ελληνικό κινηματογράφο για λογαριασμό του Larousse - Dictionnaire mondial du Cinéma 2011, ‘ξεσκόνισα’ τις όποιες γνώσεις μου και ξεκίνησα να διαβάζω βιβλία και να παρακολουθώ ταινίες προκειμένου να καλύψω τα κενά τα οποία είχα. Ετοιμάζοντας λοιπόν αυτήν την αναδρομή διαπίστωσα κάτι, το οποίο πάντοτε στριφογύριζε ως ιδέα, ως θαμπή εντύπωση μες στο μυαλό μου και με ενοχλούσε, αλλά ποτέ δεν είχε αποκρυσταλλωθεί: ο ελληνικός κινηματογράφος δεν διέθετε ποτέ ποικιλία ειδών (genres). 
Μπορεί να ακούγεται αρκετά αφοριστικό και ίσως υπερβολικά αυστηρό  για έναν κινηματογράφο με μέσο όρο παραγωγής σήμερα περίπου δεκαπέντε ταινίες με είκοσι ταινίες τον χρόνο. Κάποιοι μάλιστα μπορεί να διαφωνήσουν έντονα, κάνοντας λόγο για την πλούσια πορεία του ελληνικού σινεμά από τις ταινίες ‘φουστανέλας’ και την χρυσή εποχή των παραγωγών του Φίνου, μέχρι τα « films dauteur » και τα ‘σκληρά’ σύγχρονα κοινωνικά δράματα του Γιάννη Οικονομίδη ή του Γιώργου Λάνθιμου. Σε άλλους πάλι μπορεί να φανεί απολύτως φυσιολογικό, θεωρώντας το παράλληλα ως μια σταγόνα στον ωκεανό των προβλημάτων τα οποία αντιμετωπίζει η έβδομη τέχνη στην Ελλάδα. Θα επιχειρήσω λοιπόν να αναπτύξω στο κείμενο αυτό ορισμένες σκέψεις μου γύρω από το ‘ελάττωμα’ αυτό του ελληνικού κινηματογράφου.

Καταρχάς τί εννούμε με τον όρο « κινηματογραφικά είδη » και ποιά είναι αυτά σε γενικές γραμμές ;


(Διαβάστε τη συνέχεια...)


10/1/12

Le Havre (Aki Kaurismaki, 2011)

Ο Μαρσέλ Μαρξ, αφού έζησε την μποέμικη ζωή στο Παρίσι ("La vie de bohème", την πρώτη ταινία που γύρισε ο Καουρισμάκι στη Γαλλία), βρίσκει καταφύγιο στο Λιμάνι της Χάβρης, όπου εξασκεί το επάγγελμα του λούστρου, "το πιο κοντινό στους ανθρώπους και το πιο πιστό στην επί του όρους ομιλία"(!). Η συμπάθεια του Καουρισμάκι για την εργατική τάξη και το περιθώριο είναι δεδομένη (όπως άλλωστε οι αναφορές του στον Μαρξ και στη Βίβλο), αλλά αυτό δεν τον εμποδίζει να ξεκινήσει την ταινία με μια επίδειξη κυνισμού και μαύρου χιούμορ, με τον ήρωά του να χαίρεται επειδή ο πελάτης του πρόλαβε να τον πληρώσει πριν τον χτυπήσει αυτοκίνητο. Αυτή τη φορά όμως ο Καουρισμάκι στρέφεται σε ένα θέμα της επικαιρότητας που, όπως λέει ο ίδιος, πάντα τον απασχολούσε και θεωρούσε πως ο ευρωπαϊκός κινηματογράφος δίσταζε να το θέσει, την παράνομη μετανάστευση. Αφού γύρισε όλες τις ακτές της Γαλλίας, έπιασε λιμάνι στη Χάβρη, που πιθανόν, σαν μια πόλη ξεχασμένη σε μια άλλη εποχή, ταίριαζε στην ατμόσφαιρα της ταινίας. 
Διότι αν και αναφέρεται στην επικαιρότητα, ο Καουρισμάκι κατασκευάζει το περιβάλλον της ταινίας λες και οι ήρωές του ζούσαν στη δεκαετία του 50. Τόσο η διακόσμηση, τα αυτοκίνητα, τα χρώματα, όσο και τα πολλαπλά στρώματα σινεφιλικών αναφορών, με τα ονόματα (Μαρσέλ, όπως Μαρσέλ Καρνέ ή Μαρσέλ Πανιόλ, αλλά και Αρλετί, όπως η πρωταγωνίστρια των "Παιδιών του Παραδείσου" του Μαρσέλ Καρνέ), τους ηθοποιούς (Jean-Pierre Léaud, Pierre Etaix, ο μαυροφορεμένος επιθεωρητής Jean-Pierre Darroussin), τη σταθερή αναφορά στον Tati, αλλά πάνω απ' όλα με την απεικόνιση μιας Γαλλίας του παρελθόντος, μιας εργατικής κοινότητας που δεν υπάρχει πια, μιας επαρχιακής φτωχογειτονιάς με τους χαρακτηριστικούς τύπους της (τη φουρνάρισσα, τον Άραβα μπακάλη, τον ψαρά και την ιδιοκτήτρια του μπαρ), που παραπέμπουν άλλωστε στις κοινότητες και τους τύπους των ταινιών του Μαρσέλ Πανιόλ.
Αφού λοιπόν γνωρίσαμε τους διάφορους τύπους της γειτονιάς και αφού εμφανίστηκε ο μικρός Αφρικανός Ιντρίσα κλεισμένος σε ένα κοντέινερ με προορισμό το Λονδίνο, τίθεται το διακύβευμα της ταινίας: ακούμε στο νοσοκομείο το διάλογο μεταξύ του γιατρού και της βαριά άρρωστης Αρλετί: "Δηλαδή δεν έχω ελπίδες, γιατρέ;" "Καμιά φορά γίνονται θαύματα." "Όχι στη γειτονιά μου." Αυτό είναι το ερώτημα: μπορεί να γίνει το θαύμα και η γειτονιά να ξαναβρεί τις αξίες της ανθρωπιάς και της αλληλεγγύης μιας άλλης εποχής και να συνασπιστεί για να σώσει τον Ιντρίσα από τα νύχια των ανθρωποβόρων μήντια, τον υπερβάλλοντα ζήλο της αστυνομίας, τον επίδοξο καταδότη Jean-Pierre Léaud; Τελικά, ο Καουρισμάκι καταφέρνει να δώσει ένα θέμα με το οποίο τελικά δεν έχουν ασχοληθεί και λίγοι δημιουργοί της εποχής μας (πολύ πρόσφατα τα παραδείγματα του "Welcome" του Philippe Lioret, που διαδραματίζεται άλλωστε στο γειτονικό της Χάβρης Calais, και του "Eden à l'Ouest" του Γαβρά, που λαμβάνει χώρα σε έναν απροσδιόριστο χρόνο και τόπο) με τον δικό του μοναδικό αισιόδοξο και χιουμοριστικό τρόπο, για να τονίσει μέσα από τη νοσταλγία, το ρομαντισμό, το όνειρο και το παραμύθι πώς δεν είναι και πώς θα μπορούσε να είναι η πραγματικότητα. 
Μ.Μ.