30/6/11

Sunset Boulevard (1950, Billy Wilder)



Όταν, εν έτει 1999, ο Μ.Ν. Shyamalan ‘σόκαρε’ το κοινό με το περίφημο twist του φινάλε της Έκτης Αίσθησης (καθιστώντας το αυτοσκοπό κάθε μέτριου μεταγενέστερου θρίλερ), μισό αιώνα νωρίτερα ο ευφυέστατος κος. Billy Wilder ξάφνιαζε - και ακόμα ξαφνιάζει - με την εκπληκτική εισαγωγή του Sunset Boulevard (Λεωφόρος της Δύσεως, 1950). Αν δεν έχετε δει παλιότερα την αριστουργηματική αυτή ταινία, τότε δεν πρόκειται να σας το χαλάσουμε με spoilers.
Φλερτάροντας με τους κώδικες του film noir (χωρίς ωστόσο να αποτελεί καθαρό δείγμα του είδους), το Sunset Boulevard αποτελεί ένα ‘σκληρό’ πορτραίτο της κλασικής εποχής του Χόλιγουντ - πιστός άλλωστε στις συνήθειές του ο Wilder, είτε πρόκειται για κωμωδία, δράμα ή πολεμική ταινία, ασκεί κριτική στη σύγχρονη αμερικάνικη κοινωνία. Η Norma Desmond (εξαιρετική στον ρόλο η Gloria Swanson), μια απολιθωμένη, ξεχασμένη σταρ του βωβού κινηματογράφου, ζει απομονωμένη στο ‘μαυσωλείο’ της, μια γκροτέσκα έπαυλη (η οποία παραπέμπει στη ντικενσιανή έπαυλη των Μεγάλων Προσδοκιών) της Sunset Boulevard στο Χόλυγουντ, προβάλλοντας συνεχώς τις παλιές της ταινίες, ονειρευόμενη τη λαμπρή επιστροφή της στη μεγάλη οθόνη. Η τυχαία γνωριμία με έναν νεαρό και καταχρεωμένο σεναριογράφο (συχνός χαρακτήρας στις ταινίες του Wilder, στο ρόλο εδώ ο William Holden) στον οποίο θα αναθέσει το σενάριο που έχει γράψει η ίδια για την επιστροφή της στα πλατό, θα οδηγήσει σε μια περίεργη και τραγική σχέση αλληλοεξάρτησης και καταστροφής.
Ποτέ άλλοτε ο κινηματογράφος και το Χόλιγουντ δεν μίλησαν με τόσο κυνισμό για τον μικρόκοσμο της κινηματογραφικής βιομηχανίας  – κάτι ανάλογο είχε τολμήσει εν μέρει το The Last Command του Josef von Sternberg το 1928. Η ταινία παραμένει αναμφίβολα η καλύτερη του είδους, καθώς ‘βλέπει’ καθαρά μέσα από το σύννεφο των ψευδαισθήσεων, εκεί όπου η Norma χάνεται, ανάμεσα στην πραγματικότητα και την αντανάκλασή της. Στην πρώτη τους συνάντηση, ο σεναριογράφος αναγνωρίζει την ξεχασμένη ηθοποιό και έχουν την κλασική στιχομυθία : « Κάποτε ήσασταν μεγάλη », της λέει. « Ακόμα είμαι μεγάλη, » , απαντάει εκείνη με υπερβολική θεατρικότητα, στα όρια της παρωδίας και της τρέλας, « οι ταινίες έχουν μικρύνει ». Λίγοι όμως θυμούνται την επόμενη ατάκα του Holden : « Ήξερα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με αυτές ».
Αυτό που εκπλήσσει και προκάλεσε μάλιστα και την οργή του μεγιστάνα της MGM, Louis B. Mayer (φημολογείται ότι σχολίασε για τον σκηνοθέτη «πώς τολμά να δαγκώνει το χέρι που τον ταϊζει ;»), είναι ο μοναδικός ρεαλισμός της ταινίας: ο Wilder και ο συν-σεναριογράφος Charles Brackett, χρησιμοποιούν κανονικές τοποθεσίες και κανονικά ονόματα (Darryl Zanuck, Αlan Ladd), τα ‘κέρινα ομοιώματα’ τα οποία παίζουν χαρτιά με την Norma είναι οι παλιοί διάσημοι ηθοποιοί Buster Keaton, Anna Q. Nilsson και H.B. Warner, ενώ ο σκηνοθέτης Cecil B. De Mille τον οποίο επισκέπτεται στα πλατώ η ηρωίδα γυρίζει μια πραγματική ταινία, το Σαμψών και Δαλιδά (1949). Η άλλοτε μεγάλη Gloria Swanson υποδύεται στην ουσία τον εαυτό της (ακόμα και μετά το Sunset Bvd δεν επέστρεψε στον κινηματογράφο), ενώ τον πιστό της μπάτλερ και παλιό σκηνοθέτη ‘Max von Mayerling’ ερμηνεύει ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες του παγκόσμιου κινηματογράφου, ο Erich von Stroheim, γνωστός και ως ‘αποδιοπομπαίος τράγος’ του Χόλιγουντ. Τα αποσπάσματα άλλωστε τα οποία προβάλλονται κατά στιγμές προέρχονται από το δικό του Queen Kelly, το οποίο είχε γυρίσει το 1928 με πρωταγωνίστρια την Swanson, και το οποίο προβλήθηκε κατακρεουργημένο στο μοντάζ τέσσερα χρόνια αργότερα. 
Μια από τις σπουδαιότερες ταινίες του παγκόσμιου κινηματογράφου και ένα από τα συγκλονιστικότερα φινάλε. « Εντάξει κε. De Mille, είμαι έτοιμη για το κοντινό μου »…

(για το cinemart.gr)

A.T.

28/6/11

Cinémathèque Française - Έκθεση Stanley Kubrick


Ξεκινώντας από το Μουσείο Κινηματογράφου της Φρανκφούρτης το 2004, και αφού ταξίδεψε σε Βερολίνο, Ρώμη, Μελβούρνη και άλλες πόλεις, η έκθεση αφιερωμένη στον Stanley Kubrick καταλαμβάνει, μέχρι το τέλος Ιουλίου, περίπου 1000m2 σε δύο ορόφους της Γαλλικής Ταινιοθήκης στο Παρίσι, στο εντυπωσιακό κτίριο που έχει σχεδιάσει ο αρχιτέκτονας Frank Gehry.


 Ίσως η πιο καλοστημένη και αναμφίβολα η πιο πλούσια που έχει φιλοξενήσει τα τελευταία χρόνια η Cinémathèque, η έκθεση γύρω από τον Stanley Kubrick μας ταξιδεύει, ‘εξαντλητικά’ σχεδόν, στα 48 χρόνια καριέρας και τις 16 ταινίες (μικρού και μεγάλου μήκους) ενός εκ των κορυφαίων δημιουργών του παγκόσμιου κινηματογράφου. Από τα πρώτα ‘κλικ’ του νεαρού φωτογράφου στα χρόνια τα οποία εργαζόταν στο περιοδικό Look εξερευνώντας την οπτική σύνθεση, στις πρώτες του μικρού μήκους ταινίες, περνώντας από τα κλασσικά σήμερα Lolita, Κουρδιστό Πορτοκάλι και Λάμψη, έως το Full Metal Jacket και τα Μάτια Ερμητικά Κλειστά, ο επισκέπτης ‘χάνεται’ σιγά σιγά στον γοητευτικά πολύμορφο κόσμο του Kubrick : αντικείμενα (props) και κουστούμια απ’όλες τις ταινίες του, μακέτες, σπάνιες φωτογραφίες, προσεκτικά επιλεγμένα αποσπάσματα, αφίσες, αυθεντικά σενάρια με σημειώσεις του, επιστολές για συγχαρητήρια ή για διαμαρτυρία, κάρτες και χρονοδιαγράμματα από τα γυρίσματα... 



Ελάχιστες φορές μια έκθεση καταφέρνει να μιλήσει τόσο ξεκάθαρα και τόσο ολοκληρωμένα για έναν καλλιτέχνη, δίχως διάθεση διδακτισμού και ακαδημαϊσμό, χωρίς να ‘κατευθύνει’ τον επισκέπτη, θίγοντας με απλότητα και ευκρίνεια τόσο το τεχνικό κομμάτι (οι κάμερες και οι φακοί που χρησιμοποιούσε ο τελειομανής σκηνοθέτης, ή η μακέτα του εντυπωσιακού Centrifuge του 2001:Οδύσσεια του διαστήματος), όσο και τις θεματικές του έργου του. Δεν απουσιάζουν τα ανολοκλήρωτα projects του σκηνοθέτη, όπως το μεγαλειώδες Napoleon (εκτίθενται η βιβλιοθήκη του με δεκάδες σχετικά βιβλία, καθώς οι συρταριέρες με τις χιλιάδες καρτέλες του Kubrick και των συνεργατών του με σημειώσεις γύρω από τη ζωή του γάλλου αυτοκράτορα), ή οι ταινίες τις οποίες τελικά δεν γύρισε ο ίδιος (Τεχνητή Νοημοσύνη, του Spielberg). Μια πραγματικά σπάνια και εξαιρετική ευκαιρία για να ανακαλύψει ή να ξανα-ανακαλύψει κανείς τον κινηματογράφο του Kubrick.
Έως τις 31 Ιουλίου στην Cinémathèque Française στο Παρίσι.

Για περισσότερες πληροφορίες στο site της Cinémathèque εδώ.
(Για το cinemart.gr)
A.T.

19/6/11

Barry Lyndon (Stanley Kubrick, 1975)



Η εκπληκτική έκθεση Stanley Kubrick η οποία φιλοξενείται αυτόν τον καιρό στην Cinémathèque Française του Παρισιού (σύντομα θα ακολουθήσει και σχετικό κείμενο), με παρακίνησε να ξανα-ανακαλύψω κάποιες από τις ταινίες του μεγάλου αμερικανού σκηνοθέτη. 

Το Barry Lyndon (1975) αφηγείται την άνοδο και την πτώση ενός νεαρού ιρλανδού τυχοδιώκτη (Ryan ONeal), ο οποίος διεισδύει σιγά σιγά στα μεγάλα βρετανικά σαλόνια του 19ου αιώνα. Χωρίς κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο, ο ήρωας περιπλανιέται στην Ευρώπη της εποχής και διεκδικεί ό,τι ποθήσει, μεταμορφώνεται από ερωτοχτυπημένο αγόρι σε λιποτάκτη, από πιστό στρατιώτη σε κατάσκοπο, από χαρτοπαίχτη και εραστή σε αριστοκράτη σύζυγο και πατέρα. Στα πλούσια σαλόνια και τις ‘ευγενείς’ αυλές οι ήρωες του Kubrick απατούν και εξαπατούν, κλέβουν στα χαρτιά και προκαλούν ο ένας τον άλλο σε όχι και τόσο ηρωικά duels, σε έναν βίαιο από κάθε άποψη κόσμο, τον οποίο ο Kubrick παρουσιάζει με μια κάποια αποστασιοποίηση. 

Το υλικό και η ιστορία του Barry Lyndon, βασισμένο στο έργο του συγγραφέα William Thackeray, στα χέρια κάποιου άλλου σκηνοθέτη θα γινόταν ένα εντυπωσιακό αλλά άψυχο ίσως ρομαντικό swashbuckler. Ο Kubrick ωστόσο, με μικροσκοπική ακρίβεια, εξετάζει την ιστορία του Barry και μιας ολόκληρης εποχής, σαν ένας μεγάλος συγγραφέας του περασμένου αιώνα. Με τη γνωστή πλέον τελειομανία του, δεν ‘χτίζει’ απλώς ένα εκπληκτικό κινηματογραφικό σκηνικό ή μια ρεαλιστική αναπαράσταση, αλλά ζωντανεύει τα πάθη και την ατμόσφαιρα μιας εποχής, κινηματογραφεί χρησιμοποιώντας με μοναδικό τρόπο τον χρόνο και το φως. Κάθε πλάνο της ταινίας είναι ένας πανέμορφα φωτισμένος πίνακας. Χρησιμοποιώντας με εξαιρετικό τρόπο το φυσικό φως, τόσο στα εξωτερικά όσο και στα εσωτερικά πλάνα, και με τη χρήση διάφορων ειδικών φακών (στην έκθεση μαθαίνει κανείς τα πάντα γύρω από τις φωτογραφικές τεχνικές), ο Kubrick γίνεται ένας πραγματικός λουμινιστής ζωγράφος, στα χνάρια του Caravaggio ή του Georges de la Tour, με μοναδική πηγή φωτός, για παράδειγμα, τα κεριά στις περισσότερες εσωτερικές λήψεις. 

Υπό τους ήχους του φημισμένου και πένθιμου Sarabande του συνθέτη Haendel, συνοδεύουμε αυτόν τον  μπαρόκ ήρωα του Kubrick από τη δόξα στο θάνατο, σε μια από τις σπουδαιότερες και ομορφότερες οπτικά ταινίες όλων των εποχών.

Α.Τ.