20/10/09

Un prophète (Jacques Audiard, 2009)


Είναι δυνατόν μια ταινία που διαδραματίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στη φυλακή να αποτελέσει ταινία μύησης και ενηλικίωσης; Είναι δυνατόν μέσα από τα στενά πλαίσια του είδους να διηγηθεί κανείς μια ιστορία απόκτησης ταυτότητας, μια ιστορία επιβίωσης, επιτυχίας και προόδου; Είναι δυνατόν ακολουθώντας του κανόνες του είδους να υπερβεί τα κλισέ του; Ο Jacques Audiard, έχοντας ήδη στο ενεργητικό του δύο διαδοχικές επιτυχίες του γαλλικού σινεμά, το Sur mes lèvres και το De battre mon coeur s'est arrêté, έρχεται αντιμέτωπος με ένα μεγαλεπίβολο σχέδιο, το οποίο πήρε όπως λέει 6 χρόνια για να ολοκληρωθεί. Και καταφέρνει να δημιουργήσει άλλη μια επιτυχία, που επιβραβεύτηκε άλλωστε με το βραβείο της επιτροπής του Φεστιβάλ των Κανών.
Ένας νεαρός άνδρας αραβικής καταγωγής, χωρίς οικογένεια, χωρίς υπόβαθρο, χωρίς κουλτούρα, μπαίνει στη φυλακή. Στα έξι χρόνια που θα διαρκέσει ο εγκλεισμός του θα ανεβεί ένα ένα τα σκαλιά της ιεραρχίας της φυλακής και θα αποκτήσει όλα όσα είχε και δεν είχε ονειρευτεί. Το πρώτο βήμα είναι να βρει μια "οικογένεια" που να τον προστατεύει, και αυτή είναι η ομάδα των κορσικανών, η οποία έχει τον έλεγχο της φυλακής και η οποία του ζητάει ένα στυγνό έγκλημα για να τον δεχτεί στους κόλπους της. Βήμα δεύτερο, να μάθει γράμματα: τα καταφέρνει περίφημα, αφού όχι μόνο μαθαίνει να διαβάζει γαλλικά, αλλά σιγά σιγά μαθαίνει και κορσικάνικα. Η τελευταία του κρυφή ικανότητα του δίνει μάλιστα εξέχουσα θέση στη συμμορία και τον κάνει το δεξί χέρι ("τα μάτια και τα αυτά") του αρχηγού του. Βήμα τρίτο, να στήσει τη δική του επιχείρηση στον έξω κόσμο, πουλώντας ναρκωτικά. Βήμα τέταρτο, να διαπραγματευτεί με τους αντιπάλους του, να στρέψει τους ανωτέρους του τον έναν ενάντια στον άλλον, να αμφισβητήσει και να ανατρέψει τον "κηδεμόνα" και προστάτη τουώστε να γίνει τελικά το απόλυτο αφεντικό. Τέλος, να βγει από τη φυλακή, έχοντας μάλιστα αποκτήσει και τη δική του οικογένεια.
Ωστόσο, η ιστορία του Jacques Audiard δεν έχει να κάνει μόνο με συμμορίες και παρανομία, όπως θα έκανε ίσως μια mainstream ταινία του είδους. Εστιάζει και στον εσωτερικό κόσμο του ήρωα, με τα όνειρα και τα οράματά του. Βλέποντας την ταινία και λίγο μετά, πίστευα ότι ο δημιουργός της ήθελε να δώσει ένα μεταφυσικό, θρησκευτικό υπόβαθρο στην ταινία του. Όμως η ιστορία του "προφήτη" μάλλον δεν έχει να κάνει με αυτό. Είναι "προφήτης" μεταφορικά, όπως λέμε για κάποιον ότι είναι "γκουρού", εκείνου που αναπτύσσει σε τέτοιο βαθμό τις ικανότητές του, που μαθαίνει να βλέπει τον κόσμο που τον περιβάλλει, μαθαίνει να διαβάζει τα σημάδια, να αποκωδικοποιεί, κερδίζει τον σεβασμό, αποκτά υπόσταση, από ανύπαρκτος και μηδαμινός γίνεται σημαντικός, ο καλύτερος στο περιβάλλον του.
Στην επιτυχία της ταινίας συμβάλλει καθοριστικά και ο πρωτοεμφανιζόμενος πρωταγωνιστής της, Tahar Rahim. Μπορεί να μην έχει το βάρος του Romain Duris ή του Vincent Cassel των προηγούμενων ταινίων του Audiard, είναι όμως ένα άγνωστο πρόσωπο που μας εκπλήσσει και μας επιτρέπει να ταυτιστούμε. Έχει φροντίσει εξάλλου να έχει έναν ηθοποιό με βάρος στον δεύτερο ρόλο, τον πολύ καλό Niels Arstrup, που ακροβατεί εξαιρετικά ανάμεσα στο ρόλο του αμείλικτου αφέντη, του στοργικού πατέρα και τελικά του συντετριμμένου. Πολύ καλή δουλειά έχει γίνει και στην αναπαράσταση του χώρου της φυλακής, με τις συμμορίες, τη διαφθορά και τα τελετουργικά. Τελικά, αν θέλαμε να συγκρίνουμε την ταινία, δεν θα επιλέγαμε σε καμία περίπτωση μια ταινία του είδους, αλλά θα το παρομοιάζαμε με το
Scarface, ένα Scarface όμως ανεστραμμένο, αισιόδοξο, συμπαθητικό.
M.M.